Πέμπτη 4 Μαΐου 2017

Δεν αρκεί ο Κέινς, χρειαζόμαστε Μάρξ

Δημοσιεύτηκε στην εφιμερίδα ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ, στις 3 Μάη 2017
http://ergatiki.gr/article.php?id=15810&issue=1272

Δεν αρκεί ο Κέινς, χρειαζόμαστε Μαρξ




Ανάπτυξη με αύξηση της ζήτησης; Είναι εφικτό χωρίς να πάμε κόντρα στο κίνητρο του κέρδους;
Για τους Κεϋνσιανούς, το πρόβλημα της ύφεσης εστιάζεται στην ένταξη της ελληνικής οικονομίας στην ευρωζώνη, όπου υπάρχει η επιβεβλημένη ισοτιμία του ευρώ και ταυτόχρονα  επιβάλλονται σκληροί δημοσιονομικοί στόχοι για να αποπληρωθεί το χρέος, που αντιστρατεύονται κάθε δυνατότητα αύξησης της ζήτησης. Το συμπέρασμά τους είναι ότι απαιτείται η επανάκτηση του ελέγχου στην συναλλαγματική, νομισματική και δημοσιονομική πολιτική, προκειμένου να έχουμε τα εργαλεία για να πετύχουμε αύξηση της ζήτησης.
Συγκεκριμένα χρειάζεται: α) να βγούμε από την Ο.Ν.Ε., υϊοθετώντας το δικό μας εθνικό νόμισμα, που θα το υποτιμήσουμε ως προς το ευρώ, προκειμένου να πουλάμε περισσότερα  προϊόντα στο εξωτερικό (αφού οι εξαγωγές θα φθηνύνουν), αλλά και στο εσωτερικό (αφού τα εγχώρια προϊόντα θα αντικαταστήσουν αρκετά από τα-ακριβότερα πλέον- εισαγόμενα προϊόντα) β) να ρίξουμε φτηνό-νέο χρήμα στον ιδιωτικό τομέα, μέσα από κρατικοποιημένες τράπεζες που θα δανείσουν στις επιχειρήσεις τα χρήματα που θα πάρουν από την εθνική-κεντρική τράπεζα (η οποία θα εκδώσει νέο χρήμα από το τίποτα, όπως ο Ντράγκι με την ποσοτική του χαλάρωση, το λεγόμενο Q.E.) γ) να αρνηθούμε την επίτευξη υφεσιακών-πρωτογενών πλεονασμάτων με στάση πληρωμών και επαναδιαπραγμάτευση του χρέους και να πάμε σε ελλειμματικούς κρατικούς προϋπολογισμούς για να δώσουμε την αρχική ώθηση στην επέκταση των δαπανών.
Η επιχειρηματολογία στηρίζεται στη θέση ότι η αυξημένη ζήτηση από την ονομαστική υποτίμηση και από το χρήμα που θα πέσει στην αγορά, δε θα οδηγήσει σε υψηλά επίπεδα πληθωρισμού, αλλά θα οδηγήσει στην κινητοποίηση του υποαπασχολούμενου παγίου κεφαλαίου και των ανέργων. Οι καπιταλιστές δε θα αφήσουν να σκουριάζει το αργούν παραγωγικό τους κεφάλαιο, αλλά θα προτιμήσουν να ανταποκριθούν στην αυξημένη ζήτηση με αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης και όχι με αύξηση των τιμών των υφιστάμενων αγαθών και υπηρεσιών που παράγουν. Το πολιτικό συμπέρασμα είναι ότι υπάρχει αμοιβαία επωφελής δρόμος για τους εργάτες και τους αστούς.
Όμως η πραγματικότητα της κρίσης δείχνει ότι πρόκειται για ένα ανεδαφικό σχέδιο, ένα συμβιβαστικό σχέδιο που επιχειρεί να αποφύγει τη σφοδρή σύγκρουση μεταξύ των βασικών τάξεων μέσα σε συνθήκες κρίσης, μια καινούργια αυταπάτη, σαν το παλιότερο σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτή τη φορά, εκτός ΟΝΕ.
Ο Ντράγκι ήδη ρίχνει 80 δις ευρώ το μήνα στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και στα κράτη και το αποτέλεσμα είναι... να του τα γυρίζουν πίσω ή να τα παίζουν στο χρηματιστήριο.
Η παραγωγή χρήματος από το τίποτα δε δημιουργεί κάποια πραγματική αξία. Δημιουργεί ένα νέο χρέος. Όμως η ζήτηση για δάνεια που θα οδηγηθούν σε πραγματικές δαπάνες και θα τονώσουν την παραγωγή είναι μικρή, λόγω μειωμένων μελλοντικών αποδόσεων κι όχι λόγω… κακής ψυχολογίας.
Υποτίμηση;
Αλλά και η πολιτική της αύξησης της ζήτησης μέσα από υποτίμηση ενός νέου εθνικού νομίσματος, είναι μια προβληματική πολιτική, τελικά αδιέξοδη.
Ένα πρώτο κρατούμενο είναι ότι αν καταφύγουν και οι άλλες χώρες σε ανταγωνιστική υποτίμηση, τότε ακυρώνεται το όποιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Ένα δεύτερο κρατούμενο έρχεται από την Ισλανδία, όπου μετά την υϊοθέτηση μιας πολιτικής υποτίμησης του εθνικού νομίσματος, ο πληθωρισμός έχει αυξηθεί κατά 20% στα εγχώρια προϊόντα ενώ τα εισαγόμενα έχουν γίνει κατά 50% ακριβότερα, χτυπώντας το βιοτικό επίπεδο (M.Roberts: The long depression, page 165)
Η υποτίμηση του νομίσματος σημαίνει πάντοτε την απώλεια της διεθνούς αγοραστικής δύναμης αυτών που υποτιμούν το νόμισμά τους. Τα ελληνικά προϊόντα θα πωλούνται για λιγότερα ευρώ, σε σχέση με σήμερα. Για να αγοράσουμε την ίδια ποσότητα π.χ. γερμανικών προϊόντων θα χρειάζεται να πουλήσουμε μια μεγαλύτερη ποσότητα ελληνικών προϊόντων, κάποια έξτρα προϊόντα. Αλλά τα έξτρα προϊόντα είναι αξίες χρήσης (καταναλωτικά ή επενδυτικά αγαθά) που παράγονται στην πλευρά που κάνει την υποτίμηση και χαρίζονται στην άλλη πλευρά, που βρίσκεται με ανατιμημένο νόμισμα. Ουσιαστικά είναι αξία και υπεραξία που αφαιρείται από τη χώρα που κάνει την υποτίμηση (το ποσοστό κέρδους της πέφτει) και προστίθεται στη χώρα με το ανατιμημένο νόμισμα (το ποσοστό κέρδους της ανεβαίνει). Γι΄αυτό η υποτίμηση δεν είναι γενικότερα μια επιδιωκόμενη πολιτική για τους καπιταλιστές, χρησιμοποιείται σαν μια αμυντική στάση για να διαχειριστούν την χαμηλότερη παραγωγικότητά τους ως προς τους πιο προηγμένους, τεχνολογικά, διεθνείς ανταγωνιστές τους. (Carchedi: from the crisis of surplus value to the crisis of euro).
Μήπως όμως η υποτίμηση του νομίσματος, τελικά, συνιστά εθνική-αναπτυξιακή εναλλακτική, έστω και με μείωση της διεθνούς αγοραστικής δύναμης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, έστω παίρνοντας ένα κομμάτι από τις άλλες χώρες, με κρατούμενο ότι η ανεργία στην Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη στην Ε.Ε.;
H εμπειρία της εσωτερικής υποτίμησης δείχνει ότι δεν υπάρχει καν τέτοιο ενδεχόμενο. Στη μνημονιακή περίοδο, οι καπιταλιστές μείωσαν το μοναδιαίο κόστος εργασίας με τη μείωση του βασικού μισθού και την κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων, ανακτώντας το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που «έχασαν» την πρώτη δεκαετία της ευρωζώνης: η σχετική ανταγωνιστικότητα που χάθηκε από την ελληνική οικονομία κατά την πρώτη δεκαετία της ΟΝΕ, επειδή οι ρυθμοί αύξησης των ελληνικών μισθών ως προς τους γερμανικούς, υπερκάλυψαν την αύξηση της ελληνικής παραγωγικότητας ως προς τη γερμανική, ανακτήθηκε μετά τα δυο μνημόνια.
Αλλά ούτε οι εξαγωγές αυξήθηκαν, ούτε παρατηρήθηκε υποκατάσταση των εισαγόμενων προϊόντων με εγχώρια προϊόντα. Οι έλληνες εξαγωγείς και συνολικά οι επιχειρηματίες, επέλεξαν να αυξήσουν τα περιθώρια κέρδους, διατηρώντας τις τιμές των αγαθών που προσφέρουν, αλλά έχοντας πλέον ένα μειωμένο εργατικό κόστος. Απέδειξαν ότι δεν είχαν πρόβλημα ανταγωνιστικότητας απέναντι στο γερμανικό κεφάλαιο επειδή ο βασικός μικτός μισθός ήταν στα 751 και ο μέσος μικτός μισθός στο ΙΚΑ είχε φτάσει στα 1400, το 2009.
Την ίδια επιλογή θα κάνουν και με το εργαλείο της ονομαστικής υποτίμησης, θα μειώσουν τους μισθούς, μέσω του πληθωρισμού και θα κρατήσουν τις διεθνείς τιμές των προϊόντων τους σταθερές. Θα μειώσουν την αγοραστική δύναμη του κόσμου, αλλά όχι τη δική τους αγοραστική δύναμη, όχι τη δική τους διεθνή κερδοφορία.
Ποσοστό κέρδους
Ούτε τα ελλείμματα στο ισοζύγιο εισαγωγών-εξαγωγών ενοχλούσαν κανέναν πριν τη διεθνή ύφεση που πυροδότησαν οι τραπεζίτες το 2007-8. Όπως εξηγεί ο Γ.Μηλιός (http:// www.jmilios.gr/krisi-kai-litotita-enallaktiki-lysi/):
«Η εισροή κεφαλαίου από το εξωτερικό δεν είναι δείγμα χαμηλής ανταγωνιστικότητας. Αντίθετα προϋποθέτει ένα ψηλό σε διεθνή σύγκριση ποσοστό κέρδους της εγχώριας οικονομίας και επομένως αυξημένες προσδοκίες αποδόσεων… Οι χώρες που σημείωσαν υψηλότερους ρυθμούς μεγέθυνσης κατά βάση κατέληξαν με σημαντικά ελλείμματα στις τρέχουσες συναλλαγές».
Το σύστημα Κρούγκμαν (https:// www.nytimes.com/2014/01/31/opinion/krugman-talking-troubled-turkey.html?_r=0), είναι σε κατάσταση χρόνιας στασιμότητας «στην οποία η ποσότητα που θέλουν να αποταμιεύσουν οι άνθρωποι ξεπερνάει τον όγκο των επενδύσεων που αξίζει να κάνουν.»
Οι χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά είχαν χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από το Νότο, οι αποταμιεύσεις τους κινούνταν προς το Νότο. Όσο στην Ελλάδα είχαμε τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης μέσα στην ευρωζώνη, έστω με φούσκες στις τιμές των ακινήτων, η ελληνική οικονομία λειτουργούσε σαν μαγνήτης που τραβούσε δανεικά κεφάλαια. Η αύξηση των εγχώριων εισοδημάτων διασφάλιζε στις αγορές την αποπληρωμή του αυξανόμενου ιδιωτικού χρέους, αλλά και του δημόσιου χρέους (το κράτος είχε χαμηλά πρωτογενή ελλείμματα, ως 2% ΑΕΠ, παρά τη φοροαποφυγή της ελίτ και τους μεγάλους εξοπλισμούς, αλλά το χρέος του φούσκωνε λόγω των 10 δις ευρώ τόκων που παρήγαγε ετησίως επειδή δανείζονταν για να τους πληρώνει, αυξάνοντάς το χρέος ισόποσα).
Η κατάσταση άλλαξε όταν σταμάτησε η ανάπτυξη όλων και κόπηκε ο δανεισμός. Τα καλοήθη χρέη, όπως προεξοφλούσαν οι ίδιες οι αγορές, μετατράπηκαν σε κακοήθη καρκινώματα. Ο πλουσιότερος ευρωπαϊκός βορράς ακολούθησε πολιτική μη μεταβίβασης πόρων στο Νότο. Τα κράτη που βρέθηκαν με ελλείμματα στις εξωτερικές συναλλαγές επέβαλλαν, μονόπλευρα, τη μεγαλύτερη λιτότητα, προκειμένου να διασώσουν το τραπεζικό τους σύστημα, αλλά και να ισοσκελίσουν τα εξωτερικά τους ισοζύγια. Το ελληνικό δημόσιο, μέσα στη διετία 2008-9, αναλαμβάνοντας να καλύψει όλες τις ζημιές του ιδιωτικού τομέα, όπως η ανακεφαλαίωση των τραπεζών, έφτασε το πρωτογενές έλλειμμα από 2% στο 10% του ΑΕΠ, από 5 δις, στα 25 δις!
Ο ενάρετος κύκλος μπορεί να υπάρξει μόνο όταν οργανωθεί η οικονομία πέρα από το πλαίσιο της κερδοφορίας. Αναδιανομή των εισοδημάτων με μείωση του χρόνου εργασίας, διαγραφή των χρεών με ζημία στους μεγαλοπιστωτές και ένας νέος γύρος κρατικών επενδύσεων με εργατικό έλεγχο, κόντρα στο κίνητρο της ατομικής κερδοφορίας. Αυτός είναι ένας δρόμος όπου δεν μπορούν να συνυπάρξουν οι εργάτες και οι αστοί, είναι ο δρόμος της αντικαπιταλιστικής ανατροπής, που δε χωράει στα καλούπια των Ο.Ν.Ε. και Ε.Ε.
Γιάννης Θεοχάρης, Δ.Σ. Σωματείου Εργαζομένων Ιntracom, Δ.Σ. ΠΟΕΜ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου